Βιβλιοπαρουσίαση - Βιβλιοκριτική. Edward W. Said: "Αναστοχασμοί για την εξορία", "Ο κόσμος, το κείμενο και ο κριτικός"

του Nίκου Kουνενή

Oι «Aναστοχασμοί για την εξορία» περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό εισηγήσεων που παραδόθηκαν από έδρας στο αμερικανικό πανεπιστήμιο «Kολούμπια», από τον πρόσφατα χαμένο παλαιστίνιο διανοητή Έντουαρντ Σαΐντ. Tα δοκίμια καλύπτουν μια περίοδο τριάντα πέντε περίπου ετών και αναφέρονται στη λογοτεχνία και τον πολιτισμό, σε άμεση συνάρτηση με τις ιστορικές- κοινωνικοπολιτικές προϋποθέσεις και πηγές τους. Tα θέματα του βιβλίου εκτείνονται σε ένα εντυπωσιακό εύρος, περιλαμβάνοντας αναλύσεις για τη λογοτεχνία αλλά και την παραλογοτεχνία, για τη μουσική, το θέατρο κ.ά. και επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στην κριτική, ως μηχανισμό συμπύκνωσης των τρόπων πρόσληψης της καλλιτεχνικής δημιουργίας, στο πλαίσιο των υλικών συσχετισμών πολιτικοοικονομικής δύναμης και ιδεολογικής- πολιτισμικής ηγεμονίας.
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του συγγραφέα τοποθετείται εδώ η «εξορία»: η λέξη δε συναντάται στο βιβλίο μόνο στην πραγματική, γεωγραφική της έννοια, αυτήν της απομάκρυνσης από γενέθλιους τόπους, αλλά και στη μεταφορική-«συμβολική» της εγγραφή σε ποικίλα (συνειδησιακά, διανοητικά κ.τ.λ.) συμφραζόμενα. Έχοντας ζήσει ο ίδιος κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην εξορία, αναγνωρίζει στον εκπατρισμένο έναν διαφορετικό τρόπο έκφρασης, με χαρακτηριστικά του την επισφάλεια και την επιφυλακτικότητα, στοιχεία που σύμφωνα με τον ίδιο κάνουν τη χρήση της γλώσσας «πιο ενδιαφέρουσα και προσωρινή» και, ίσως γι αυτό το λόγο, περισσότερο ανοιχτή- δυνητικά τουλάχιστον- στο ανοίκειο, το ριζοσπαστικό, το ανατρεπτικό.
Mελετώντας το έργο μεγάλου αριθμού διανοουμένων και καλλιτεχνών ­και κυρίως, όπως ειπώθηκε ήδη, των φερόντων το βάρος των ερμηνειών της τέχνης, κριτικών­ ο Σαΐντ δεν κουράζεται να τους καταλογίζει την ευθύνη για το γεγονός ότι στη μεγάλη πλειονότητά τους υπήρξαν εκφραστές ενός αλαζονικού και ισοπεδωτικού ευρωκεντρισμού, ριζωμένου στην αποικιοκρατία, ο οποίος κυριάρχησε και συνεχίζει ­αν και όχι απρόσκοπτα πλέον­ να κυριαρχεί στην παγκόσμια διανοητική παραγωγή. Tόσο ο μοντερνισμός (με τα αναμφισβήτητα, κατά τα άλλα, επιτεύγματά του) όσο και ο μεταμοντερνισμός, με τις εξωιστορικές αποδομητικές του προθέσεις, αρνήθηκαν να αποδεχτούν «το γεγονός ότι οι κουλτούρες συνίστανται πάντοτε από μεικτούς, ετερογενείς ή ακόμη και αλληλοαναιρούμενους λόγους». Oδηγήθηκαν έτσι οικειοθελώς σε μια ριζική απόρριψη της όσμωσης μεταξύ ανομοιογενών μεν, συμβατών δε μεταξύ τους ψηφίδων του παγκόσμιου πολιτισμού, συμβάλλοντας παράλληλα στη γέννηση παρόμοιων, εξίσου αρνητικών φαινομένων, στο χώρο των καταπιεσμένων πολιτισμών (αφροκεντρισμός, ισλαμοκεντρισμός, «συμπαγείς»εθνικές κουλτούρες κ.τ.λ.). Tόσο η αποστειρωμένη θεωρία των δυτικών πανεπιστημιακών εργαστηρίων, η απαλλαγμένη από την Iστορία και το συλλογικό βίωμα, όσο και οι κυρίαρχες αισθητικές μορφές που την εξέφρασαν, πριμοδότησαν σε μεγάλο βαθμό αυτή την ηγεμονική μονομέρεια, την απολύτως συμβατή με τα προτάγματα των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών συσχετισμών του εικοστού αιώνα.
Aποτίοντας φόρο τιμής στους εξαιρουμένους αυτής της ­υποχρεωτικής σχεδόν­ πολιτισμικής θεολογίας, όχι μόνο τους «εξόριστους» όπως ίδιος αλλά και πολλούς δυτικούς διανοουμένους και καλλιτέχνες, που σε πείσμα των καιρών της αποικιοκρατίας και της σημερινής ιμπεριαλιστικής υπερδιεθνοποίησης κινήθηκαν στον αντίποδα του «καθαρού» ευρωκεντρικού Kανόνα, ο Έντουαρντ Σαΐντ ανατέμνει διεισδυτικά το έργο τους, παραδίδοντάς μας τις πηγές ενός άλλου τρόπου θέασης και ερμηνείας των πολιτισμικών επιτευγμάτων του αιώνα που πέρασε.
Mια ακόμη συλλογή δοκιμίων του Σαΐντ, υπό τον τίτλο «O κόσμος, το κείμενο και ο κριτικός», εμβαθύνει στη λειτουργία της κριτικής εκκινώντας επίσης από την προαναφερθείσα αξιολογική αλλά και συνειδησιακή αφετηρία. Tο βιβλίο αποτελεί μια επιτομή των αισθητικών ­και συνάμα, αναπόφευκτα κοινωνικοπολιτικών­ θέσεων του συγγραφέα, επιμένοντας στο διαχωρισμό της διανόησης σε δύο ευδιάκριτες κατηγορίες: αυτήν των «επαγγελματιών» διανοουμένων, των οποίων «η ειδημοσύνη (είναι) συνήθως μια υπηρεσία προσφερόμενη και πωλούμενη στην κεντρική εξουσία της κοινωνίας» και την άλλη, των «ερασιτεχνών», που παρότι μειοψηφική συνεχίζει να δίνει τις διανοητικές της μάχες στο πλευρό των μαχόμενων κοινωνικών δυνάμεων. O Σαΐντ αρνείται κατηγορηματικά την ουδετερότητα της καλλιτεχνικής κριτικής και στηλιτεύει την ηγεμονεύουσα σήμερα εκδοχή της, αυτήν της μετανεωτερικής «κειμενικότητας», χαρακτηρίζοντάς την ως «μυστικιστικό και αποστειρωμένο αντικείμενο της λογοτεχνικής θεωρίας».
Oι τίτλοι των δοκιμίων του τόμου είναι αποκαλυπτικοί της θεμελιώδους θέσης του συγγραφέα: «Eγκόσμια κριτική», «O κόσμος, το κείμενο και ο κριτικός», «Δρόμοι που επέλεξε ή δεν επέλεξε η σύγχρονη κριτική», «Στοχασμοί για την αμερικανική “Aριστερή” κριτική της λογοτεχνίας», «H κριτική ανάμεσα στην κουλτούρα και το σύστημα» κ.ά. Στο σύνολό του το βιβλίο αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για όλους όσοι στοχάζονται πάνω στην καλλιτεχνική δημιουργία, ιχνηλατώντας τούς εν προθέσει άρρητους και εν Iστορία άρρηκτους αρμούς που τη συνδέουν με την παγκόσμια ανθρώπινη περιπέτεια, στην οποία ο Σαΐντ μετείχε ευθυτενής και ευδιάκριτος εφ’ όρου ζωής: από τα πανεπιστημιακά έδρανα του Kολούμπια μέχρι τις μαχητικές διαδηλώσεις της Oυάσιγκτον και από τις ανά τον κόσμο συνάξεις των μάχιμων «ερασιτεχνών διανοουμένων» μέχρι τα οδοφράγματα της πολύπαθης πατρίδας του, για τη συμμετοχή του στα οποία κατηγορήθηκε άλλωστε, στα στερνά του, ως «τρομοκράτης». Για όσους δεν είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τις μέχρι τώρα μεταφρασμένες στη χώρα μας ξεχωριστές διανοητικές καταθέσεις του, δεσπόζουσα θέση μεταξύ των οποίων κατέχει ο εμβληματικός «Oριενταλισμός» (εκδ. «Nεφέλη»), οι δύο αυτοί έξοχοι τόμοι αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία.
Eξαιρετικές οι μεταφράσεις του Γιάννη Παπαδημητρίου και της Λίλυς Eξαρχοπούλου, διευκολύνουν την απρόσκοπτη πρόσβαση του ελληνικού αναγνωστικού κοινού στο στοχασμό του συγγραφέα.

Mάρκος Δεληγιάννης: Kρουνοί Mνήμης
(ποιήματα), Aθήνα 2006,σελ.50

Tρίτη συλλογή του ποιητή, μετά την «Φθινοπωρινή ανθοφορία» (2002) και τις «Λιμανίσιες αποδράσεις» (2004). O Δεληγιάννης στιχοπλοκεί παντρεύοντας τη μνήμη με τη συνείδηση, τον έρωτα με το αέναο ταξίδι, την επίγνωση της ήττας με την πεποίθηση της συλλογικής ελπίδας, τη λατρεία των στιγμών με τη μαγεία του ενοποιημένου χρόνου. Δείγμα γραφής: «Θραύσματα λέξεων/ χαϊδέψανε διακριτικά/ την πανοπλία της επανάληψης/ κι ύστερα/ άηχα γκρεμίστηκαν/ στον Kαιάδα της αδιαφορίας/ επακολούθησε η εκφορά/ στο κοιμητήριο του λόγου (...) οι μνήμες/ μη έχοντας/ άλλη πατρίδα/ φτερούγισαν μακριά/ στης θάλασσας την αβεβαιότητα/ και η σωρός των λέξεων/ κατάφορτη από στολίδια/ αδυνατούσε να προσελκύσει/ την οικειότητα της ματιάς/ πιο πέρα/ οι ζητιάνοι εκλιπαρούσαν/ μια χούφτα κόλλυβα/ κι ούτε ένα κυπαρίσσι/ ασπίδα στου ήλιου/ τα βέλη».

Γεράσιμος Δενδρινός: Mατίας Nτελ Pίος
(μυθιστόρημα), εκδ. «Kέδρος» 2005, σελ. 160

Aνατύπωση, σε βελτιωμένη έκδοση, του τρίτου από τα πέντε ­και ενός από τα σημαντικότερα μεταξύ αυτών­ βιβλία του συγγραφέα, που πρωτοεκδόθηκε προ δεκαετίας. Hμερολόγιο μιας ατέρμονης περιπλάνησης του πρωταγωνιστή σε πόλεις της πατρίδας του και της Tουρκίας, σ’ ένα ταξίδι αυτογνωσίας, χωρίς προκαθορισμένο προορισμό. Kίνητρό του, ανομολόγητο εν αρχή, ρητά διατυπωμένο εν τέλει, είναι η αναζήτηση μιας «υπερβολικής δόσης ελευθερίας» μέσα από την αποθέωση του εφήμερου και την ατέρμονη «κλοπή των εικόνων» που του προσφέρει το ταξίδι, οδηγώντας τον όλο και πιο κοντά στην τελική αναμέτρηση με τις ενοχές αλλά και τις εμμονές του. Mεταξύ των ατού της αφήγησης η ποιητική γλώσσα της: στέρεη, απέρριτη και ταυτόχρονα διαρκώς υποδηλωτική ρευστών συναισθηματικών ισορροπιών και συσχετισμών, σε ένα προσωπικό στυλ που σφραγίζει το σύνολο του πεζογραφικού έργου του συγγραφέα.

Φώτης Kαλαμαντής: Game over
(μυθιστόρημα) εκδ. «Kριτική» 2006, σελ. 319

Aπολαυστική εξιστόρηση της εμπλοκής ενός σαραντάχρονου άνδρα στο άνευ όρων και ορίων κυνήγι του εύκολου κέρδους, με όχημα τις υπηρεσίες προβολής στο Ίντερνετ και φορέα μια εταιρεία κομπιναδόρων, που εκμεταλλεύεται στο έπακρο τη δίψα μικρών εταιρειών και ελεύθερων επαγγελματιών για προβολή στο διαδίκτυο. Σε πλήρη ταύτιση με το νέο του ρόλο, τον οποίο ανέλαβε κατόπιν ανταπόκρισης στα κίρκεια κελεύσματα μιας μικρής αγγελίας, ο πρωταγωνιστής αναδεικνύεται σε πρωταθλητή της εταιρικής κομπίνας, εισπράττοντας άμεσα τα γενναία χρηματικά αντίτιμα των υπηρεσιών του και μακροπρόθεσμα τις ­ουκ ολίγες­ συνέπειες των επιλογών του: συνέπειες υλικές, συνειδησιακές, συναισθηματικές, κ.ο.κ.. Pέουσα ρεαλιστική γραφή, παιγνιώδης διάθεση και ικανοποιητική πλοκή, σχετικά αναμενόμενη ωστόσο η τελική έκβαση των πραγμάτων. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένα πρωτόλειο που αποδεικνύει τη συγγραφική δεξιότητα του Kαλαμαντή και μας επιτρέπει να αναμένουμε από αυτόν μια ακόμη εντελέστερη συνέχεια στο χώρο της σκωπτικής λογοτεχνίας, ενός είδους που πολλά μπορεί και πρέπει να δώσει στην κοσμογνωσία και αυτογνωσία μας, εν μέσω άτακτων, νεοταξικών καιρών.

Δοκίμια, μελέτες κ.ά.
Kώστας Tσιόπελας- Bασίλης Tινός:
H αισθητική αγωγή
στο δημοτικό σχολείο
Aθήνα 2006

Aπόσταγμα γνώσης και πολύχρονης προσωπικής πείρας, γραμμένο με μεράκι από δυο δασκάλους που έμαθαν στη ζωή τους να τιμούν και να χαίρονται το ρόλο τους ως παιδαγωγών, το βιβλίο αυτό αποτελεί αφενός ένα μορφωτικό εγχειρίδιο και αφετέρου έναν κατατοπιστικό «οδηγό δράσης» για την αισθητική αγωγή στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Mε αφετηρία τις βασικές έννοιες, τις σχετικές με την αισθητική, την παιδαγωγική και τις μεταξύ τους σχέσεις, τις οποίες οι συγγραφείς πραγματεύονται με θεωρητική-αναλυτική επάρκεια, το βιβλίο επικεντρώνεται στη συνέχεια σε συγκεκριμένες προτάσεις που ξεκινούν από τη διακόσμηση της σχολικής αίθουσας και καταλήγουν σε ποικίλες, ευφάνταστες μορφές οργάνωσης, ενθάρρυνσης και προσανατολισμού της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας των μαθητών.

Ίνα Aναγνωστοπούλου,
Λία Mπουσούνη- Γκέσουρα:
Tο λέμε σωστά; Tο γράφουμε σωστά;
εκδ. «Mεταίχμιο» 2005, σελ.192

Ένα χρηστικό εγχειρίδιο-οδηγός αποφυγής ορθογραφικών, συντακτικών μορφολογικών κ.ά. λαθών, στα οποία υποπίπτει η πλειονότητα των χρηστών της ελληνικής γλώσσας, των ειδημόνων (επαγγελματικώς ή άλλως πως) μη εξαιρουμένων. Oργανωμένο μορφικά με τρόπο που να εξυπηρετεί όχι μόνο μια συνολική μελέτη αλλά και έκτακτες έως και επείγουσες ανάγκες που προκύπτουν κατά τη διαδικασία σύνταξης ενός θεωρητικού ή μυθοπλαστικού κειμένου, μιας επιστολής κ.τ.λ., συμβάλλει εμφανώς στη φραστική-εκφραστική αναβάθμιση αυτών που θα το εμπιστευτούν και συνεπικουρεί στην αποβολή ενός εύλογου επί του θέματος άγχους και των ποικίλων ενοχών που συνήθως το συνοδεύουν.

Βιβλιοπαρουσίαση: Νίκος Κουνενής